Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2014

Ισχιομηριαία πρόσκρουση (ischiofemoral impingement): μία καινοφανής παθολογική κατάσταση που μπορεί να προκαλέσει πόνο στο ισχίο


Μαγνητική τομογραφία με το 
αριστερό ισχίο να παρουσιάζει
συμπτωματολογία ισχιομηριαίας 
πρόσκρουσης. Η ισχιομηριαία 
πρόσκρουση έχει προκαλέσει 
τον σχηματισμό αυξημένου
σήματος (κίτρινο βέλος)
που είναι ενδεικτικό οιδήματος
στην περιοχή μεταξύ του ελάσσονα 
τροχαντήρα και του ισχιακού
κυρτώματος. Εικόνα από το αρχείο 
του Τζαβέα Αλέξανδρου. 
Ο χρόνιος πόνος που εντοπίζεται μέσα ή γύρω από την άρθρωση του ισχίου αποτελεί έναν πολύ ενδιαφέρον τομέα της ορθοπαιδικής.  Τα τελευταία δέκα χρόνια, η μηροκοτυλιαία πρόσκρουση έχει αναγνωριστεί και έχει αναλυθεί αρκετά ως αίτιο χρόνιου πόνου στο ισχίο.  Πρόσφατα όμως, έχουν περιγραφεί και άλλες μορφές πρόσκρουσης στην άρθρωση, μία από τις οποίες είναι η ισχιομηριαία πρόσκρουση ή προστριβή (ischiofemoral impingement).  Στον τύπο αυτόν της πρόσκρουσης υπάρχει μία μη φυσιολογική επαφή μεταξύ του ελάσσονος τροχαντήρα του μηριαίου και του ισχιακού κυρτώματος της λεκάνης.  Η πρόσκρουση αυτή μπορεί να παρουσιαστεί στον ασθενή ως μη τυπικός πόνος με εντόπιση στο ριζομήριο, δηλαδή μπροστά ή στον γλουτό, δηλαδή πίσω.  Τα συμπτώματα αυτά έχουν βαθμιαία έναρξη και μπορεί να προσομοιάζουν πολύ με τα ανάλογα της τενοντίτιδας του λαγονοψοΐτη, της θυλακίτιδας ή της κάκωσης των οπισθίων μηριαίων μυών.  Κατά την κλινική εξέταση, η ισχιομηριαία πρόσκρουση μπορεί να φανεί όταν υπάρχει αναπαραγωγή των συμπτωμάτων με έναν συνδυασμό έκτασης του ισχίου, προσαγωγής και εξωτερικής στροφής.  Οι απλές ακτινογραφίες συνήθως δεν παρουσιάζουν παθολογικά ευρήματα, όμως στη μαγνητική τομογραφία μπορεί να φανεί η ένδειξη φλεγμονής και οιδήματος στον ισχιομηριαίο χώρο και τον τετράγωνο μηριαίο μυ.  Η παθολογική αυτή κατάσταση έχει περιγραφεί σχετικά πρόσφατα και αποτελεί ένα αξιοπρόσεκτο σύνδρομο για τον ορθοπαιδικό χειρουργό. 

Περισσότερα στο www.alexandrostzaveas.gr

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2014

Μπορεί η αρθροσκόπηση ισχίου να πραγματοποιηθεί με συμβατικά εργαλεία από την αρθροσκόπηση γόνατος;

Το σετ των εργαλείων
αρθροσκόπησης ισχίου. τα περισσότερα
εργαλεία έχουν μεγαλύτερο μήκος σε
σχέση με τα αντίστοιχα για
αρθροσκόπηση γόνατος.
Ο σκοπός της μελέτης αυτής, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Arthroscopy, τεύχος Δεκεμβρίου 2014, ήταν να καθορίσει εάν η αρθροσκόπηση ισχίου μπορεί να πραγματοποιηθεί με συμβατικά αρθροσκοπικά εργαλεία, τα οποία συνήθως χρησιμοποιούνται στην αρθροσκόπηση γόνατος.  Συμπεριλήφθηκαν τα στοιχεία από 116 συνεχόμενες αρθροσκοπήσεις ισχίου και καταγράφηκαν η ηλικία, η πλευρά του χειρουργείου, το ύψος, το βάρος, ο δείκτης μάζας σώματος και μία υποκειμενική εκτίμηση του σώματος (1. Μυώδης, 2. Κάπως υπέρβαρος, 3. Υπέρβαρος. 4. Αδύνατος,  5. Φυσιολογικό βάρος).  Εκτιμήθηκε το βάθος από το δέρμα και στις δύο πύλες εισόδου για τρεις συνηθισμένες θέσεις προσπέλασης (12η ώρα, 3η ώρα και κοτυλοειδής βόθρος) με έναν οδηγό, ο οποίος ήταν σημασμένος σε χιλιοστά.  Ακολούθησε ανάλυση των υποομάδων.

Συνολικά συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη 104 ασθενείς με μία μέση ηλικία 35 ετών.  Οι ασθενείς κατηγοριοποιήθηκαν με τον δείκτη μάζας σώματος και από αυτόν προέκυψε ότι το 60% των ασθενών είχε φυσιολογικό σωματικό βάρος, 22% ήταν υπέρβαροι, 16% ήταν παχύσαρκοι και 2% λιποβαρείς.  Όλες οι αρθροσκοπήσεις ισχίου, εκτός από οκτώ, πραγματοποιήθηκαν με συμβατικά αρθροσκοπικά εργαλεία γόνατος, με shaver μαλακών μορίων και αρθροσκοπικά οστικά γλύφανα.  Οι οκτώ αρθροσκοπήσεις ισχίου, στις οποίες χρειάστηκαν επιπλέον εργαλεία ειδικά για αρθροσκόπηση ισχίου, έγιναν σε ασθενείς στους οποίους απαιτήθηκε debridement (καθαρισμός) του στρογγύλου συνδέσμου ή σε αυτούς στους οποίους απαιτήθηκε να γίνει τενοντομή του λαγονοψοΐτη.  Συνολικά η απόσταση από το δέρμα έως την κοτύλη ήταν λιγότερο από 11 εκατοστά στη 12η και 3η ώρα, τόσο στην προσθιοπλάγια όσο και στην πρόσθια πύλη.  Οι υπέρβαροι και παχύσαρκοι ασθενείς είχαν στατιστικά σημαντικά μεγαλύτερες αποστάσεις από το δέρμα έως την κοτύλη, σε όλα τα μετρούμενα τρία σημεία, σε σχέση με τους λιποβαρείς ή τους ασθενείς φυσιολογικού σωματικού βάρους.   Στους λιποβαρείς, φυσιολογικού βάρους και μυώδεις ασθενείς οι αποστάσεις της κοτύλης από το δέρμα ήταν ίσες ή μικρότερες των 10 εκατοστών.

Οι συγγραφείς συμπέραναν ότι η απόσταση από το δέρμα έως την κοτύλη στη 12η και 3η ώρα ήταν μικρότερες των 11 εκατοστών και αυτό δείχνει ότι η αρθροσκόπηση ισχίου μπορεί να πραγματοποιηθεί και με συμβατικά αρθροσκοπικά εργαλεία γόνατος, ενώ στους υπέρβαρους και παχύσαρκους ασθενείς, καθώς και σε αυτούς που απαιτείται καθαρισμός του στρογγύλου συνδέσμου ή τενοντομή του λαγονοψοΐτη, απαιτούνται ειδικά αρθροσκοπικά εργαλεία σχεδιασμένα για αρθροσκόπηση ισχίου. 

Περισσότερα στο www.alexandrostzaveas.gr

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

Η κάκωση του στρογγύλου συνδέσμου στο ισχίο σχετίζεται με τον τύπο της χόνδρινης βλάβης σε ασθενείς με μηροκοτυλιαία πρόσκρουση

Αρθροσκοπική εικόνα του ακέραιου
στρογγύλου συνδέσμου.
Σε πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη στο περιοδικό Arthroscopy, τεύχος Δεκεμβρίου 2014, επιστήμονες προσπάθησαν να ερευνήσουν τη συσχέτιση μεταξύ της κάκωσης του στρογγύλου συνδέσμου και του τύπου των χόνδρινων βλαβών στο ισχίο σε ασθενείς με βλάβη μηροκοτυλιαίας πρόσκρουσης.  Συγκρίθηκαν οι χόνδρινες βλάβες ανάμεσα σε ισχία με ρήξη του στρογγύλου συνδέσμου και σε ισχία με ακέραιο στρογγύλο σύνδεσμο.  Συλλέχθηκαν στοιχεία από 77 συνεχόμενους ασθενείς με μηροκοτυλιαία πρόσκρουση, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε αρθροσκόπηση ισχίου.  Καταγράφηκαν οι τοποθεσίες των χόνδρινων βλαβών σε ανατομικούς αρθρικούς χάρτες με τη χρήση μιας μεθόδου γεωγραφικών ζωνών.  Οι ασθενείς χωρίστηκαν σε δύο ομάδες (ρήξη του στρογγύλου συνδέσμου-ακέραιος στρογγύλος σύνδεσμος) και συγκρίθηκε η επίπτωση και ο βαθμός των χόνδρινων βλαβών μεταξύ αυτών των δύο ομάδων με τη χρήση της δοκιμασίας Mann-Whitney U Test.

Σε ασθενείς με ρήξη του στρογγύλου συνδέσμου οι χόνδρινες βλάβες επεκτείνονταν στην έσω και κάτω περιοχή της κοτύλης σε ποσοστό 7,6% σε αυτούς με ακέραιο στρογγύλο σύνδεσμο και 66,6% σε αυτούς με ρήξη του στρογγύλου συνδέσμου στην κορυφή της μηριαίας κεφαλής (πρόσθια κορυφή 7,1% στην ομάδα με ακέραιο στρογγύλο σύνδεσμο και 42,4% στην ομάδα με ρήξη του στρογγύλου συνδέσμου, μέση περιοχή κορυφής 7,6% στην ομάδα με ακέραιο στρογγύλο σύνδεσμο και 63,5% στους ασθενείς με ρήξη του στρογγύλου συνδέσμου). 

Οι συγγραφείς έδειξαν ότι υπάρχει συσχετισμός μεταξύ της ρήξης του στρογγύλου συνδέσμου και του τύπου των χόνδρινων βλαβών στην έσω και κάτω περιοχή της κοτύλης και στην κορυφή της μηριαίας κεφαλής σε ασθενείς που αντιμετωπίστηκαν με αρθροσκόπηση ισχίου για μηροκοτυλιαία πρόσκρουση. 

Περισσότερα στο www.alexandrostzaveas.gr