Ο
σκοπός της μελέτης αυτής ήταν η παρουσίαση των προτύπων των κλινικών
χαρακτηριστικών, των ενδαρθρικών διαταραχών, των ακτινολογικών συσχετισμών και
τα αποτελέσματα μετά από αρθροσκόπηση ισχίου με ελάχιστη παρακολούθηση δύο ετών
σε ασθενείς 18 ετών ή νεότερους.
Η
μελέτη αυτή ήταν μία αναδρομική σειρά περιπτώσεων ασθενών 18 ετών ή νεότερων
που υπεβλήθησαν σε αρθροσκόπηση ισχίου λόγω ρήξης του επιχειλίου χόνδρου και
όπου η συντηρητική αντιμετώπιση είχε αποτύχει.
Τα κριτήρια αποκλεισμού από τη μελέτη ήταν παλαιότερες καταστάσεις του
ισχίου ή παλαιότερες χειρουργικές επεμβάσεις. Καταγράφηκαν τα δημογραφικά στοιχεία των
ασθενών, τα στοιχεία της κλινικής και απεικονιστικής εξέτασης και τα
διεγχειρητικά ευρήματα, ενώ το αποτέλεσμα αξιολογήθηκε με αναφερόμενες από τους
ασθενείς κλίμακες αξιολόγησης.
102
ασθενείς ικανοποιούσαν τα κριτήρια συμπερίληψης, από τους οποίους οι 90 είχαν
ελάχιστη παρακολούθηση δύο ετών. Δεν
υπήρχε διακριτό πρότυπο στην ομάδα μεταξύ των φίλων σχετικά με τους
ακτινολογικούς δείκτες της επικάλυψης της κοτύλης, το βάθος ή την απόκλιση,
καθώς επίσης και το μέγεθος της βλάβης μηροκοτυλιαίας πρόσκρουσης τύπου cam. Η μέση πρόσθια απόκλιση στις γυναίκες ήταν 15,7°,
ενώ στους άντρες 11,3°. Οι γυναίκες
είχαν σημαντικά μικρότερες ρήξεις του επιχειλίου χόνδρου. Σε αυτές ήταν περισσότερο πιθανό να απαιτηθεί
ρίκνωση του θυλάκου (capsular
plication) και επιμήκυνση του τένοντα του λαγονοψοίτη. Υπήρχε σημαντική βελτίωση σε όλες τις
κλίμακες αξιολόγησης τόσο στους άντρες όσο και στις γυναίκες, αλλά οι γυναίκες
είχαν μικρότερη προεγχειρητική και μετεγχειρητική βαθμολογία.
Οι
συγγραφείς συμπέραναν ότι η αρθροσκόπηση ισχίου σχετίζεται με βελτιωμένα
αποτελέσματα σχετικά με τη λειτουργικότητα και τον πόνο και με υψηλές
βαθμολογίες ικανοποίησης από τους ασθενείς σε ελάχιστη παρακολούθηση δύο ετών
στους εφήβους. Το πρότυπο της ρήξης του
επιχειλίου χόνδρου είναι διαφορετικό στους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες και
υποδεικνύει την αρθροσκοπική προσέγγιση. Σχετικά με τις γυναίκες, είναι πιθανότερο σε
αυτές να απαιτηθεί ρίκνωση του θυλάκου και απελευθέρωση του τένοντα του
λαγονοψοίτη προκειμένου να αντιμετωπιστούν η χαλαρότητα των μαλακών μορίων και
η πρόσκρουση.
Πηγή:
“Arthroscopy”, Απρίλιος 2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.